μαργραβάτο

μαργραβάτο
και μαργκραβάτο, το
1. το αξίωμα τού μαργράβου
2. επαρχία, περιοχή στην οποία ασκούσε την εξουσία ο μαργράβος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γερμ. Markgrafschaft].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μαρκιωνία — και μαρκία, η [μαρκίων] (κατά τον μεσαίωνα) 1. παραμεθόρια επαρχία 2. η περιφέρεια διοικητικής εξουσίας τού μαρκησίου, το μαργραβάτο …   Dictionary of Greek

  • Βέτιν — (Wettin). Γερμανική ηγεμονική οικογένεια που, κατά την παράδοση, καταγόταν από τοΒίτεκιντ. Ο Κονράδος ο Μέγας (πέθανε το 1156), κόμης του Βέτιν (τοποθεσία κοντά στη Χάλε), έλαβε από τον αυτοκράτορα Λοθάριο B’ το μαργραβάτο του Μάισεν (σημερινή… …   Dictionary of Greek

  • Τοσκάνη — Περιοχή της κεντρικής Ιταλίας (22.992 τ. χλμ., 3.562.517 κάτ.). Αποτελείται από τις επαρχίες Φλωρεντίας, Μάσα Καρέρα, Αρέτσο, Γκροσέτο, Λιβόρνο, Λούκας, Πίζας, Πιστόιας και Σιένας. Διασχίζεται από τους ποταμούς Άρνο, Ομβρόνε, Τίβερι και Τσεσίνα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”